
Η αγοραφοβία προέρχεται από την ελληνική λέξη αγορά και ερμηνεύεται με την αδυναμία ενός ατόμου να βρίσκεται σε χώρους με πολύ κόσμο γιατί φοβάται τις αντιδράσεις του στο συγκεκριμένο χώρο, την κριτική που θα υποστεί γι’ αυτές, τις απειλές που ενδεχομένως να δεχτεί και την έλλειψη βοήθειας.
Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της αγοραφοβίας είναι ο έντονος φόβος ή το άγχος που βιώνει το άτομο όταν βρίσκεται έξω από το σπίτι (κυρίως μόνο) σε μέσα μαζικής μεταφοράς σε ανοικτούς χώρους, μαγαζιά, θέατρα ή περιμένει σε μια ουρά. Το κοινό σημείο των παραπάνω εμπειριών είναι η αγωνία του ατόμου ότι η διαφυγή θα είναι δύσκολη. Γι’ αυτό συχνά είτε αποφεύγουν αυτές τις καταστάσεις, είτε απαιτούν ένα συνοδό. Η διάρκεια αυτής της αγωνίας θα πρέπει να είναι πάνω από εξάμηνη για να δοθεί διάγνωση. Το αποτέλεσμα μίας τέτοιας κατάστασης είναι ανασταλτικό για τη ζωή του ατόμου γιατί αδυνατεί να ανταποκριθεί στις επαγγελματικές του υποχρεώσεις, δεν μπορεί να εκτελέσει τις καθημερινές του δραστηριότητες, να ταξιδέψει, δηλαδή περιορίζεται αισθητά η λειτουργικότητά του ως ανθρώπινου όντος.
Μεταξύ των συμπτωμάτων αξίζει να αναφερθεί επίσης η απώλεια χρόνου από την εργασία, οικονομικές δυσκολίες λόγω της ενδεχόμενης απώλειας εργασίας, κατάχρηση αλκοόλ και άλλων ουσιών.