.jpg)
Η εφηβεία είναι μία μεταβατική περίοδος από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση που χαρακτηρίζεται από πολλές και σημαντικές αλλαγές σε όλους τους τομείς της ζωής ενός ατόμου. Οι αλλαγές αυτές είναι αφενός σωματικές καθώς σημαντικές ορμονικές αλλαγές λαμβάνουν χώρα και η σεξουαλικότητα του ατόμου κάνει αισθητή την εμφάνισή της.
Κατά δεύτερο λόγο η ίδια η κοινωνία αναθέτει στους νέους μια σειρά καθηκόντων και τους καλεί να ανεξαρτητοποιηθούν και να αναλάβουν την ευθύνη ως προς δύο πρωταρχικούς στόχους της ενήλικης ζωής, την αγάπη και την εργασία.
Η εφηβεία προσδίδει ένα ιδιαίτερο νόημα σε πολλές από τις πτυχές της προσωπικότητας.
Η κινητήρια δύναμη που ωθεί το άτομο στην πορεία του προς την ενηλικίωση είναι η πρωτοβουλία καθώς επίσης και ο αυτοέλεγχος, ο οποίος του δίνει τη δυνατότητα να πειραματίζεται με πρωτόγνωρα πράγματα, αποφεύγοντας παράλληλα τα δύο άκρα της αναστολής και της παρορμητικότητας. Παρατηρείται η δημιουργία στενών διαπροσωπικών σχέσεων που αγγίζει την προσκόλληση ενίοτε και συγχωνεύεται με τη σεξουαλική ενόρμηση, δηλαδή οι σχέσεις με άτομα της ίδιας ηλικίας μεταφέρονται σε άλλο επίπεδο.
Όσον αφορά στην εργασία, αρχίζουν πλέον οι πρώτες ανησυχίες για το μέλλον που ούτως ή άλλως είναι αναμενόμενο. Εξαιτίας των σωματικών αλλαγών παρατηρούνται και ψυχολογικές αλλαγές. Ο έφηβος θέτει αφηρημένα ερωτήματα σχετικά με τον εαυτό του, το μέλλον του, τον κόσμο που τον πλαισιώνει, καθώς και το ίδιο το οικογενειακό περιβάλλον βιώνει τις δικές του εξελικτικές αλλαγές.
Η συγκεκριμένη περίοδος έχει χαρακτηριστεί με τη φράση «θύελλα και άγχος». Σύμφωνα με τον Erickson, ο έφηβος είναι ένα άτομο με αποδυναμωμένο Εγώ που αγωνίζεται να ελέγξει μια κρίση ταυτότητας και να διαχειριστεί ποικίλους και πολύπλοκους ρόλους. Η μετάβαση δε γίνεται σε όλους τους εφήβους με τον ίδιο τρόπο. Ορισμένοι έφηβοι δεν αντιμετωπίζουν σημαντικά συναισθηματικά προβλήματα και δεν βιώνουν έντονες κρίσεις κατά την αναζήτηση της ταυτότητάς τους. Όμως δεν παύει αυτή η περίοδος να είναι κρίσιμη και κάθε άλλο παρά γαλήνια σ’ όλη της τη διάρκεια.
Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου είναι οι συναισθηματικές μεταπτώσεις, η αυτοϋποτίμηση, η κατάθλιψη καθώς και άλλες διαταραχές των οποίων το εύρος εξαρτάται από την ψυχοσύνθεση του ατόμου και άλλες παραμέτρους.
Η ψυχοπαθολογία στην εφηβεία θα πρέπει να λάβει υπόψη τις εξελικτικές ικανότητες οι οποίες μπορούν να λειτουργήσουν για το άτομο είτε ως παράγοντες κινδύνου είτε ως προστατευτικοί μηχανισμοί. Επίσης το κοινωνικό περιβάλλον στο πλαίσιο του οποίου λαμβάνει χώρα η ατομική ανάπτυξη και η διαδραστικότητα ανάμεσα στο άτομο και τους γύρω του.
Αυτό όμως που αποτελεί προτεραιότητα είναι να εξετάσουμε την έννοια της ταυτότητας, η οποία εμπεριέχει πολλές πτυχές της εφηβικής ανάπτυξης.
Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
Η ταυτότητα περιλαμβάνει την εσωτερική συνοχή και τη διαπροσωπική αμοιβαιότητα, δηλαδή η διαδικασία εύρεσης της ταυτότητας είναι μία διαδικασία συμφιλίωσης με τον εαυτό σου και παράλληλα αναζήτησης της θέσης σου στην κοινωνία.
Η κρίση ταυτότητας για την οποία γίνεται λόγος κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, είναι επειδή αυτή η περίοδος είναι μία κρίσιμη καμπή όπου ο έφηβος πρέπει να αποφασίσει τι θα κάνει στην επαγγελματική του ζωή, πρέπει να εντοπίσει το σεξουαλικό του ρόλο και να υιοθετήσει μια ιδεολογία και μία στάση ζωής. Οι προστατευτικοί παράγοντες στην παρούσα περίοδο είναι η εμπιστοσύνη, η αυτονομία, η πρωτοβουλία, η εργατικότητα ενώ υπάρχουν και παράγοντες ευαλωτότητας όπως είναι η ντροπή, η αμφιβολία, η ενοχή καθώς επίσης και το αίσθημα κατωτερότητας το οποίο ενδεχομένως να έχει αναπτυχθεί σ’ ένα παιδί.
Η εικόνα του σώματος επίσης απασχολεί τον έφηβο και κυρίως την έφηβη, η οποία με την έμμηνο ρύση και την ανάπτυξη του στήθους βιώνει τρομακτικές αλλαγές και επιπλέον περνά από φάση που αποχτά αρκετό βάρος· συνεπώς καλείται να αντιμετωπίσει μια θεμελιώδη αποδιοργάνωση της εικόνας του σώματός της και αυτό οδηγεί σε έντονη ανησυχία. Σύμφωνα με την Bruch (1973) τα κορίτσια με ανορεξία χαρακτηρίζονται πολύ συχνά από ανακριβή αντίληψη του σώματος. Αυτή η αντίληψη καθορίζεται όχι από την πραγματικότητα αλλά από συναισθηματικές συγκρούσεις.
Έχει επισημανθεί ότι υπάρχουν παράγοντες οι οποίοι, ανάλογα την εποχή, ασκούν επιρροή στον έφηβο και στην ανάπτυξή του, όπως τα πρότυπα της κοινωνίας, για παράδειγμα η έμφαση που δίνει η κοινωνία στο λεπτό γυναικείο σώμα ως ένδειξη ομορφιάς ή σε άλλους παράγοντες, οι οποίοι προδιαθέτουν για κάτι ή αναστέλλουν ή επιταχύνουν την εμφάνιση ενός φαινομένου. Κατά δεύτερο λόγο η οικογένεια όπου είναι πιθανόν οι γονείς να χαρακτηρίζονται από συγκρούσεις και ανασφάλειες. Παραδείγματος χάρη στην περίπτωση της ανορεξίας οι γονείς είναι τελειομανείς και επικριτικοί ενώ στην περίπτωση βουλιμίας είναι διαταραγμένοι και παρορμητικοί. Γενικότερα οι οικογενειακές αλληλεπιδράσεις μπορούν σε μεγάλο βαθμό να υπονομεύσουν την ανάπτυξη της αίσθησης της αυτοαποτελεσματικότητας και επίσης παρεμβαίνουν στην ανάπτυξη στρατηγικών από μέρους των εφήβων για την αντιμετώπιση των αρνητικών συναισθημάτων· διότι με τις γονεϊκές παρεμβάσεις εμποδίζεται η υγιής πρωτοβουλία του εφήβου και η αυτοέκφραση.
Στον ενδοπροσωπικό τομέα, υπάρχει συχνά στους εφήβους η έλλειψη αίσθησης ελέγχου και αυτονομίας, οι φόβοι σχετικά με την ωρίμανση, η ευσυνειδησία και η συμμόρφωση και τέλος η άκαμπτη σκέψη.
Άλλοι παράγοντες που παίζουν ρόλο είναι οι οργανικοί, παραδείγματος χάρη να υπάρχει μία τάση προς τους ψυχαναγκασμούς ή μία αδυναμία προσαρμοστικότητας στις αλλαγές.
ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ:
Ο ΒΑΘΜΟΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ
Ο ΒΑΘΜΟΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ
Μια σημαντική παράμετρος που επίσης ασκεί καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητας των εφήβων είναι ο βαθμός που το άτομο νιώθει ικανοποιημένο από τον εαυτό του. Είναι σημαντικό να γνωρίζει ένα άτομο ποιος είναι αλλά είναι τελείως διαφορετικό το να του αρέσει αυτό που είναι δηλαδή να νιώθει ικανοποιημένο από την εικόνα του. Σταδιακά ο έφηβος έχει την ικανότητα να αντιληφθεί την εικόνα του σε σύνολο περιλαμβανομένων των θετικών και αρνητικών του χαρακτηριστικών χωρίς όμως αυτό να τον οδηγεί σε απόλυτη αυτοεκτίμηση. Αυτό που θα τον βοηθήσει να αναπτύξει μια αίσθηση αυτοεκτίμησης είναι το πως χειρίζεται τις αντιλήψεις για τον εαυτό του δηλαδή πως αντιλαμβάνεται αρχικά τις εσωτερικές πτυχές του και στην πορεία πως τις αξιολογεί. Ενδεχομένως να έχει υψηλή αυτοεκτίμηση ως προς τις διαπροσωπικές σχέσεις αλλά παράλληλα να έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση ως προς τη μαθησιακή επίδοση.
Υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που καθορίζουν την αυτοεκτίμηση του εφήβου. Αρχικά το φύλο δηλαδή θεωρείται ότι η αυτοεκτίμηση των κοριτσιών είναι χαμηλότερη από των αγοριών. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι τα κορίτσια εκτός από τη σχολική τους επίδοση ενδιαφέρονται για την εξωτερική τους εμφάνιση καθώς και για την κοινωνική τους επιτυχία. Η στάση των αγοριών είναι πιο άνετη στην αντίστοιχη ηλικία. Τα κορίτσια πολύ συχνά αντιμετωπίζουν ένα σημαντικό δίλημμα: μήπως η καλή σχολική επίδοση είναι εμπόδιο για την κοινωνική επιτυχία και την ένταξη στον κύκλο των συνομήλικων.
Απ’ την άλλη πλευρά και τα αγόρια έχουν τις αδυναμίες τους παρ’ όλο που η αυτοεκτίμηση είναι υψηλότερη. Τα στερεότυπα που ακολουθούν τα αγόρια επιβάλλουν σ’ αυτά να είναι σκληρά, ατρόμητα και να μη δέχονται εύκολα την απόρριψη. Συνεπώς ένα αγόρι που αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα επίδοσης ή και απόρριψης από το αντίθετο φύλο να νιώσει δυστυχία και απελπισία καθώς και μία γενικότερη ανεπάρκεια γιατί δεν ανταποκρίνεται στα στερεότυπα της κοινωνίας που ανήκει.
Απ’ την άλλη πλευρά και τα αγόρια έχουν τις αδυναμίες τους παρ’ όλο που η αυτοεκτίμηση είναι υψηλότερη. Τα στερεότυπα που ακολουθούν τα αγόρια επιβάλλουν σ’ αυτά να είναι σκληρά, ατρόμητα και να μη δέχονται εύκολα την απόρριψη. Συνεπώς ένα αγόρι που αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα επίδοσης ή και απόρριψης από το αντίθετο φύλο να νιώσει δυστυχία και απελπισία καθώς και μία γενικότερη ανεπάρκεια γιατί δεν ανταποκρίνεται στα στερεότυπα της κοινωνίας που ανήκει.
Άλλος παράγοντας είναι οι κοινωνικοοικονομικές διαφορές. Όσοι ανήκουν σε ένα υψηλότερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο έχουν υψηλότερο επίπεδο αυτοεκτίμησης από τους εφήβους που ανήκουν σε χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Αυτό συμβαίνει διότι αυτοί που ανήκουν στα ανώτατα κοινωνικά στρώματα έχουν μία ενισχυμένη εικόνα του προφίλ τους διαμέσου των ακριβών ρούχων, των αυτοκινήτων, των ακριβών σχολείων και αυτό καθορίζει και τη μεταγενέστερη περίοδο.
Ορισμένοι ερευνητές που μελέτησαν ταυτόχρονα τη φυλετική καταγωγή και το φύλο χρησιμοποιήσαν τον όρο «εθνο-φυλο» (ethgender) θέλοντας να προβάλλουν συνδυαστικά την επιρροή φυλετικής / εθνοτικής καταγωγής και φύλου.
ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
ΤΟΥ ΕΦΗΒΟΥ
Η αναζήτηση της ταυτότητας είναι μία διαδικασία η οποία εκ των πραγμάτων είναι αναμενόμενο ότι προκαλεί αναστάτωση.
Ο έφηβος προσπαθεί να διακρίνει τα χαρακτηριστικά του εαυτού του, τα οποία τον κάνουν να ξεχωρίζει από τους υπολοίπους και το κατορθώνει αυτό λόγω της γνωστικής προόδου που λαμβάνει χώρα κατά την περίοδο της εφηβείας. Η αναζήτηση των δυνατών και αδύναμων σημείων τους συνοδεύεται από την αναζήτηση των ρόλων που θα κληθεί να αναλάβει στο μέλλον. (Άραγε θα τα καταφέρω.....). Συχνά γίνονται δοκιμές και πειραματισμοί από μέρους τους εφήβου προκειμένου να ελέγξει αν η αποδοτικότητά του σ’ ένα ρόλο είναι όπως την είχε φανταστεί. Μ’ αυτόν τον τρόπο παίρνει τις αποφάσεις και κάνει τις επιλογές του και γι’ αυτό το συγκεκριμένο στάδιο ορίζεται από τον Erickson ως στάδιο ταυτότητας ή σύγχυσης ταυτότητας.
Αυτή η περίοδος είναι καθοριστική γιατί οι λανθασμένες επιλογές σημαδεύουν τον έφηβο και μπορούν να αναστείλουν σε σημαντικό βαθμό τη δυνατότητά του να εξελιχθεί σε κάποιους τομείς της ενήλικης ζωής του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο έφηβος που πετυχαίνει στην επιλογή ταυτότητας εξασφαλίζει την ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη και ισορροπία και με άνεση προβαίνει στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων του.
Ένας άλλος παράγοντας διαμόρφωσης της προσωπικότητας του εφήβου είναι οι κοινωνικές πιέσεις καθώς επίσης και το γεγονός ότι αναζητά τη στήριξη σε φίλους και συνομηλίκους.
Καθημερινά δέχεται πιέσεις για να προβεί σε επιλογές σπουδών ή εργασίας και καλείται να χαράξει τη μελλοντική του πορεία.
Οι φίλοι και οι συνομήλικοι αποτελούν γι’ αυτόν πηγή ανταλλαγής πληροφοριών και η εξάρτησή του απ’ αυτούς μεγαλώνει ενώ ταυτόχρονα μειώνεται η εξάρτησή του από τους ενήλικες, τους γονείς. Καθώς συγκρίνει τον εαυτό του με τους άλλους οδηγείται βαθμηδόν στο διαχωρισμό της δικής του ταυτότητας από την ταυτότητα των υπολοίπων.
Ο άνδρας λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο από τη γυναίκα δηλαδή πρώτα διαμορφώνει μια σταθερή ταυτότητα και μετά δεσμεύεται συναισθηματικά ενώ η γυναίκα δρα αντίστροφα.
Ο Erickson αναφερόμενος στους παράγοντες επιρροής των εφήβων χρησιμοποιεί τον όρο «ψυχολογικό μορατόριουμ» μιλώντας για την περίοδο κατά την οποία ο έφηβος καθυστερεί να αναλάβει τις ευθύνες του για την ενήλικη ζωή του ενώ παράλληλα διερευνά ποικίλους ρόλους και δυνατότητες.
Φυσικά αυτή η περίοδος του «ψυχολογικού μορατόριουμ» δεν μπορεί πρακτικά να εμφανιστεί σ’ όλους τους εφήβους. Ορισμένοι αναγκάζονται να δουλέψουν για βιοποριστικούς λόγους παράλληλα με τις σπουδές τους ή να βρουν δουλειά τελειώνοντας το Λύκειο. Βέβαια αυτό δε σημαίνει ότι θα εμφανιστούν ψυχολογικά προβλήματα γιατί η μερική απασχόληση των εφήβων μπορεί να τους προσφέρει σημαντική ικανοποίηση και ψυχολογική επιβράβευση.
Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ MARCIA
ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
Η ανάπτυξη της ταυτότητας εξαρτάται από τον τρόπο προσέγγισης του εκάστοτε ειδικού. Χρησιμοποιώντας ως εφαλτήριο τη θεωρία του Erickson ο Marcia προτείνει 4 κατηγορίες εφηβικής ταυτότητας.
Αρχικά κάνει αναφορά στην κατακτημένη ταυτότητα κατά την οποία ο έφηβος μετά από αναζήτηση έχει καταλήξει στο ποιος είναι και στο τι θέλει να κάνει.
Στην πορεία υπάρχει η δοτή ταυτότητα όπου ένας έφηβος έχει αποκτήσει μια ταυτότητα χωρίς όμως να έχει ο ίδιος προβεί σε διερεύνηση άλλων επιλογών (του δόθηκε η ταυτότητα χωρίς να ερωτηθεί και αυτός την αποδέχτηκε). Δεν είναι όμως απαραίτητο να είναι δυστυχισμένα τα συγκεκριμένα άτομα αλλά μπορεί να είναι μεν ικανοποιημένα από τον εαυτό τους, αλλά παρόλα αυτά να έχουν ανάγκη την κοινωνική αποδοχή.
Το μορατόριουμ είναι η κατηγορία των νέων οι οποίοι ενώ έχουν αναζητήσει εναλλακτικές ταυτότητες δεν έχουν καταλήξει σε κάποια δέσμευση, γεγονός το οποίο τους δημιουργεί ψυχολογικές συγκρούσεις και αρκετό άγχος. Είναι όμως άτομα ευχάριστα, δραστήρια, κοινωνικά και η ανάπτυξη της ταυτότητάς τους γίνεται τελικά μετά από πολλές προσπάθειες.
Τελευταία είναι η κατηγορία στην οποία ανήκουν οι έφηβοι με σύγχυση ταυτότητας. Οι συγκεκριμένοι έφηβοι ούτε αναζητούν εναλλακτικές ούτε δεσμεύονται σε μία συγκεκριμένη ταυτότητα. Διακρίνονται από αστάθεια και μπορεί ενδεχομένως να φαίνονται ως ανέμελοι, όμως αδυνατούν να αναπτύξουν σχέσεις και τελικά αντιμετωπίζουν την κοινωνική απομόνωση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ένας έφηβος μπορεί να μετακινείται ανάμεσα σε περισσότερες από μία κατηγορίες γιατί μπορεί στην αρχή της εφηβείας να ανήκει σε μία κατηγορία και στη συνέχεια να αναθεωρήσει τις προηγούμενες επιλογές του και να θεωρήσει μια άλλη κατηγορία περισσότερο αποδεκτή.
ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ
ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
Η περίοδος της εφηβείας είναι μία περίοδος αναζητήσεων και προκλήσεων την οποία άλλοι αντιμετωπίζουν με ήπιο τρόπο ενώ άλλοι την αντιμετωπίζουν με ιδιαίτερο άγχος έως την εμφάνιση σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων, όπως κατάθλιψη και αυτοκτονικές τάσεις.
1. Εφηβική κατάθλιψη: Όπως όλοι οι άνθρωποι έτσι και οι έφηβοι περνάνε από πολλές αλλαγές της διάθεσής τους, οι οποίες μπορεί να οφείλονται σε μία αποτυχία, σ’ ένα θάνατο και τότε το αίσθημα της λύπης και της γενικότερης θλίψης να τους κατακλύσει.
Περίπου ο ένας στους τέσσερις εφήβους δηλώνει ότι νιώθει λύπη ή απελπισία δύο ή περισσότερες φορές την εβδομάδα. Αντίστοιχα δύο στους τρεις εφήβους δηλώνουν ότι έχουν νιώσει τέτοια συναισθήματα κάποια στιγμή στη ζωή τους. Μικρό είναι το ποσοστό των εφήβων που αντιμετωπίζει σοβαρή ψυχολογική διαταραχή κατά την οποία νιώθουν κατάθλιψη και για μεγάλο διάστημα.
Πολλοί είναι οι λόγοι που επηρεάζουν τα ποσοστά κατάθλιψης. Αρχικά το φύλο έχει αποδειχθεί ότι τα κορίτσια εμφανίζουν πιο συχνά επεισόδια κατάθλιψης απ’ τα αγόρια.
Επίσης οι βιολογικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο δηλαδή η γενετική προδιάθεση.
Στην περίπτωση των κοριτσιών αποδίδεται συχνά στις ορμόνες. Επίσης τα κορίτσια έχουν έντονο στρες εξαιτίας των απαιτήσεων που η κοινωνία τους έχει εναποθέσει λόγω του ρόλου τους.
Τέλος τα υψηλότερα επίπεδα κατάθλιψης στα κορίτσια αποδίδεται πολύ συχνά στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν το στρες, δηλαδή αντιδρούν με εσωστρέφεια και συνεπώς βιώνουν την απόγνωση και την απελπισία πιο έντονα από τα αγόρια που είναι πιο εξωστρεφή και παρορμητικά.
2. Αυτοκτονικές τάσεις στην εφηβική ηλικία.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση του ποσοστού εφηβικής αυτοκτονίας (έρευνες δείχνουν ότι υπάρχει μέχρι και τριπλασιασμός) και δεν αναφέρονται κιόλας ως αυτοκτονίες αλλά ως «ατυχήματα». Το ποσοστό αυτό ενώ δεν παύει να είναι ιδιαίτερα υψηλό, όμως τελικά τα υψηλότερα ποσά αυτοκτονιών συναντιούνται στην ύστερη ενήλικη ζωή.
Το ποσοστό εφηβικών αυτοκτονιών είναι υψηλότερο στα αγόρια παρά στα κορίτσια, παρόλο που τα κορίτσια κάνουν περισσότερες απόπειρες.
Τα αίτια δεν είναι πλήρως αποσαφηνισμένα. Η πιο πιθανή αιτία είναι το stress, καθώς σ’ αυτή την περίοδο της ζωής τους οι νέοι είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι. Επίσης οι κοινωνικές αναστολές, σημαντική πίεση, τελειομανία, καθώς και ενδοοικογενειακές συγκρούσεις με δυσκολίες στις σχέσεις μεταξύ των μελών μιας οικογένειας ή και προβλήματα στο σχολείο σχετίζονται με υψηλότερο κίνδυνο για αυτοκτονία. Πολλές φορές η αυτοκτονία μπορεί να αποτελεί μίμηση της αυτοκτονίας κάποιου άλλου και έτσι έχουμε μία σειρά αυτοκτονιών στους μαθητές. Υπάρχουν προειδοποιητικά «σήματα» όπως:
· Άμεσα ή έμμεσα σχόλια σχετικά με την αυτοκτονία όπως «Μακάρι να πέθαινα» ή «Δε θα χρειαστεί να ανησυχείτε για μένα για πολύ».
· Προβλήματα στο σχολείο, όπως απουσίες από τα μαθήματα ή πτώση στους βαθμούς.
· Διευθετήσεις, όπως συμβαίνει όταν το άτομο φεύγει για μεγάλο ταξίδι, π.χ. δωρεά αντικειμένων ή ανάθεση της φροντίδας οικόσιτου ζώου σε άλλο άτομο.
· Απώλεια όρεξης ή υπερβολική κατανάλωση τροφής.
· Γενικευμένη κατάθλιψη η οποία περιλαμβάνει αλλαγή στο πρόγραμμα του ύπνου, βραδύτητα, λήθαργο και απουσία επιθυμίας για επικοινωνία.
· Δραματικές αλλαγές στη συμπεριφορά όπως αλλαγή από την εσωστρέφεια στην κοινωνικότητα.
· Ενασχόληση με θέματα θανάτου στη μουσική, την τέχνη ή την λογοτεχνία.
ΠΡΟΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ
ΤΗΝ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ
ΤΗΝ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ
Εάν γίνει αντιληπτό ότι ένας έφηβος σκέφτεται την αυτοκτονία, οφείλουμε να μην αγνοήσουμε τα συμπτώματα και να μην προσπεράσουμε την απειλή γιατί εξακολουθεί να υφίσταται και σταδιακά μεγαλώνει.
Αρχικά οφείλουμε να προσεγγίσουμε το άτομο και να το ακούσουμε χωρίς κριτική και αφού μας πληροφορήσει για τις σκέψεις του να εστιάσουμε στη μεθοδολογία που έχει αποφασίσει να ακολουθήσει. Στην πορεία οφείλουμε να προβούμε σε μία σωστή αξιολόγηση της κατάστασης δηλαδή αν ο κίνδυνος είναι ήπιος ή σοβαρός.
Στη δεύτερη περίπτωση δε θα πρέπει να μείνει μόνο του το συγκεκριμένο άτομο. Ας προσφέρουμε τη στήριξη και το ενδιαφέρον μας και ας τολμήσουμε να ζητήσουμε την παρέμβαση ειδικού στην περίπτωση που τα πράγματα είναι σοβαρά.
Παράλληλα ας προσπαθήσουμε να εξασφαλίσουμε συνθήκες ασφάλειας στον προσωπικό του χώρο απομακρύνοντας οτιδήποτε αποτελεί κίνδυνο. Όταν μία κατάσταση είναι έκρυθμη αποφεύγουμε τις προκλήσεις διότι μπορεί να φέρουν αρνητικό αποτέλεσμα. Επίσης μπορούμε να προσπαθήσουμε να αποσπάσουμε μία δέσμευση από το άτομο ότι δε θα επιχειρήσει περαιτέρω προσπάθεια αυτοκτονίας. Μια ενδεχόμενη προσωρινή βελτίωση μπορεί να αποτελεί φαινομενική βελτίωση, αυτό όμως δε σημαίνει ότι το πρόβλημα έχει λυθεί.
ΕΦΗΒΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΛΛΟΜΕΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Η κοινωνική ζωή του εφήβου είναι πολύ ευρύτερη από τη ζωή των παιδιών.
Ο έφηβος αναπτύσσει σχέσεις και με άτομα εκτός του οικογενειακού περιβάλλοντος, οι οποίες αποκτούν ιδιαίτερη σημασία γι’ αυτόν. Κατά συνέπεια οι σχέσεις με τα μέλη της οικογένειας εξελίσσονται και διαφοροποιούνται. Αυτή η διαφοροποίηση δε βρίσκει πάντα κατάλληλα προετοιμασμένους τους γονείς οι οποίοι όταν βιώνουν συγκρούσεις θεωρούν το παιδί τους υπεύθυνο και όχι τους ίδιους.
Ο έφηβος αναπτύσσει σχέσεις και με άτομα εκτός του οικογενειακού περιβάλλοντος, οι οποίες αποκτούν ιδιαίτερη σημασία γι’ αυτόν. Κατά συνέπεια οι σχέσεις με τα μέλη της οικογένειας εξελίσσονται και διαφοροποιούνται. Αυτή η διαφοροποίηση δε βρίσκει πάντα κατάλληλα προετοιμασμένους τους γονείς οι οποίοι όταν βιώνουν συγκρούσεις θεωρούν το παιδί τους υπεύθυνο και όχι τους ίδιους.
Αρνούνται να δουν την ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης περιόδου και εστιάζουν στα δικά τους συναισθήματα πικρίας επειδή νιώθουν τον αποκλεισμό τους από το παιδί τους και την κριτική του διάθεση απέναντι στις επιλογές τους. Απλά το ίδιο το παιδί και μόνον είναι η πηγή της αναστάτωσης. Νιώθουν προβληματισμένοι απ’ τη συμπεριφορά των εφήβων γιατί τα παιδιά έχουν αλλάξει συμπεριφορά απέναντί τους και δε μπορούν να διαχειριστούν τη διαρκή αμφισβήτηση από μέρους των παιδιών τους. Είναι σημαντικό να γίνει συνείδηση ότι απαιτείται προσαρμοστικότητα στους καινούργιους ρόλους που εμφανίζονται.
Ο έφηβος αναζητά την αυτονομία του και επιθυμεί να έχει τον έλεγχο της ζωής του. Μία ομάδα γονέων καλωσορίζουν τις συγκεκριμένες αλλαγές των παιδιών τους θεωρώντας τις φυσιολογικές καθώς αντιπροσωπεύουν την διαδικασία ωρίμανσης των παιδιών. Φυσικά η καθημερινή πραγματικότητα είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί καθώς πολλά πράγματα παρερμηνεύονται. Όπως παραδείγματος χάρη η απαγόρευση των γονιών να συμμετέχει σε κάποιες δραστηριότητες το παιδί τους εκλαμβάνεται ως έλλειψη εμπιστοσύνης απ’ το ίδιο το παιδί.
Η αυτονομία είναι μια διαδικασία που γίνεται σταδιακά και χρειάζεται χρόνο και υπομονή. Ο έφηβος μαθαίνει να βασίζεται στον εαυτό του, να αναλαμβάνει τις ευθύνες του και να αισθάνεται ξεχωριστό άτομο. Στα πρώτα στάδια αυτής της διαδικασίας οι γονείς έχουν μεγαλύτερη επιρροή και δύναμη σε σχέση με τα παιδιά τους. Προς το τέλος της εφηβείας η ισχύς και η επιρροή εξισορροπούνται και η σχέση γίνεται πιο συμμετρική και ισότιμη.
Πολλοί είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν το βαθμό αυτονομίας ενός εφήβου όπως π.χ. πολιτισμικοί παράγοντες. Εκτός από τις διαφορές που υφίστανται από οικογένεια σε οικογένεια και από άτομο σε άτομο οφείλουμε να αναφέρουμε τη διαφορετικότητα της αντίληψης μεταξύ δυτικών και ασιατικών κοινωνιών. Στις πρώτες, δίνεται βαρύτητα στην ατομικότητα και ο έφηβος διεκδικεί την αυτονομία και την ανεξαρτησία του. Αντίθετα στις δεύτερες, αυτό που έχει βαρύτητα είναι η συλλογικότητα η οποία και προωθείται εις βάρος της ατομικής ευημερίας.
Παράλληλα οι πολιτισμικές διαφορές ευθύνονται για τον τρόπο που αισθάνονται οι έφηβοι προς τις οικογένειές τους. Στις ασιατικές κοινωνίες οι έφηβοι νιώθουν μεγαλύτερη υποχρέωση προς τους γονείς τους απ’ ότι στις δυτικές, όπου ναι μεν εκφράζουν το σεβασμό τους και τη στήριξή τους στην οικογένειά τους αλλά οι πιέσεις είναι λιγότερες.
Εκτός από τους πολιτισμικούς παράγοντες, το φύλο αποτελεί επίσης σημαντικό παράγοντα για την αυτονομία, καθώς σε ευρύ πλαίσιο οι γονείς προωθούν την αυτονομία περισσότερο στα αγόρια απ’ ότι στα κορίτσια βάση των παραδοσιακών στερεοτύπων. Η γυναίκαι θεωρείται πιο εξαρτημένη και συνεπώς προωθείται λιγότερο στο να αυτονομηθεί απ’ ότι ένας άνδρας.
Το χάσμα των γενεών το οποίο τόσο συχνά αναφέρεται, όταν υπάρχει είναι επιφανειακό, καθώς πολύ συχνά έφηβοι και γονείς αντιμετωπίζουν θέματα απ’ την ίδια οπτική γωνία. Γενικότερα, παρατηρείται συχνά ταύτιση απόψεων γονιών και εφήβων σε ποικίλα θέματα.
Παράλληλα με την προσπάθεια αυτονομίας, πολλοί είναι οι έφηβοι που έχουν αναπτύξει υγιείς και ισορροπημένες σχέσεις με τους γονείς τους και υπάρχουν συναισθήματα αγάπης και σεβασμού και από τις δύο πλευρές.
Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα, ότι τα προβλήματα που εμφανίζονται σε μία οικογένεια δεν είναι σοβαρότερα την περίοδο της εφηβείας σε σχέση με τις άλλες περιόδους.
ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΕΦΗΒΩΝ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Οι έφηβοι «βλέπουν» τα σύγχρονα προβλήματα απ’ τη δική τους οπτική γωνία και θέτουν τις προτεραιότητές τους με διαφορετικό τρόπο απ’ ότι οι ενήλικες.
Η πλειοψηφία των εφήβων εστιάζει με πικρία στο γεγονός ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δε γίνονται σεβαστά εξαιτίας του υπέρμετρου εγωισμού που χαρακτηρίζει το σύγχρονο άνθρωπο. Κατά δεύτερο λόγο εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους ως προς την έλλειψη σεβασμού προς τους νόμους, καθώς και για την αναποτελεσματικότητα των πολιτικών να διευθετήσουν τα κοινωνικά προβλήματα.
Η ανάγκη τους να βρεθούν σ’ ένα πλαίσιο ασφάλειας τους ωθεί στο να κατακρίνουν τους γονείς που αδυνατούν να θέσουν όρια στα παιδιά τους και να τα πειθαρχήσουν. Επίσης σημαντικό πρόβλημα θεωρείται για τους νέους η εμμονή των ενηλίκων με τα υλικά αγαθά και το κέρδος.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου παρατηρείται ενδιαφέρον για τα πολιτικά ή κοινωνικά δρώμενα άλλων χωρών και γενικότερα προβληματίζονται από την απουσία ηγετικών μορφών. Στη συνέχεια η κυβερνητική ανεπάρκεια σε όλους τους τομείς αποτελεί πηγή αντίδρασης και τέλος υπάρχει και μία κατηγορία νέων, οι οποίοι εκφράζουν πλήρη αδιαφορία προς τα κοινωνικά προβλήματα της χώρας τους ή άλλων χωρών και απουσία δράσης από τις επιχειρήσεις και τη βιομηχανία.
ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ
Η σχέση των εφήβων με τους γονείς αναμένεται να εμπεριέχει συγκρούσεις και γενικότερα προβλήματα. Λαμβάνοντας υπόψην μας την ανάγκη αυτονομίας των εφήβων είναι απολύτως φυσιολογικό να υπάρχει σύγκρουση απόψεων με τους γονείς σε μικρό ή μεγάλο βαθμό. Οι συγκρούσεις αφορούν οποιοδήποτε τμήμα της καθημερινότητάς τους (π.χ. ντύσιμο, μουσική κ.ά).
Αυτές οι συγκρούσεις τοποθετούνται στην αρχή της εφηβείας με μεγαλύτερη ένταση απ’ ότι στο τέλος. Η αιτία αυτών των συγκρούσεων απορρέει κυρίως από τον τρόπο που ορίζεται η κατάλληλη ή μη συμπεριφορά και από τις δύο πλευρές. Η έννοια του ηθικού ή του ανάρμοστου είναι σχετική. Επιπλέον έχει την τάση ο έφηβος εκ πεποιθήσεως να διαφοροποιείται. Το γεγονός ότι οι έφηβοι ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΝ με ένταση και πάθος κυρίως τα πρώτα χρόνια εντείνει τις συγκρούσεις, όμως καθορίζει σε σημαντικό βαθμό και τις σχέσεις.
Αρχικά, είναι αναμενόμενο οι γονείς να αντιδράσουν αμυντικά σ’ αυτή τη διεκδίκηση των παιδιών τους και ενδεχομένως τα πρώτα χρόνια να είναι αδιάλλακτοι. Στην πορεία όμως, όταν αντιληφθούν ότι το παιδί τους μεγαλώνει και ότι πρέπει να στηρίξουν τις επιλογές του και να διευκολύνουν τη μετάβασή του στην ενηλικίωση, οι συγκρούσεις μειώνονται έως ελαχιστοποιούνται.
Αυτό συμβαίνει γιατί αντιλαμβάνονται ότι τα παιδιά τους επιχειρηματολογούν με λογικό τρόπο, νιώθουν ότι πρέπει να τους δείξουν εμπιστοσύνη, να τους δώσουν ένα μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας και ει δυνατό να τα ωθήσουν σε μεγαλύτερη ανεξαρτησία, οπότε αυτό συμβαίνει.
Όσον αφορά στους εφήβους όμως, οι στατιστικές δηλώνουν ότι ένα 20% των εφήβων παραμένει σε μόνιμη σύγκρουση με τους γονείς.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι συγκρούσεις γονέων - εφήβων είναι λιγότερες σε παραδοσιακές κοινωνίες γιατί οι έφηβοι βιώνουν λιγότερες συναισθηματικές μεταβολές και συναντάμε λιγότερες περιπτώσεις επικίνδυνης συμπεριφοράς σε σύγκριση με τους εφήβους των αναπτυγμένων βιομηχανικά κοινωνιών. Αυτό αποδεικνύει ότι στις εν λόγω συγκρούσεις υπάρχουν και πολιτισμικές διαφορές. Στις αναπτυγμένες βιομηχανικά κοινωνίες έχει μεγάλη βαρύτητα ο ατομικισμός συνεπώς η ανεξαρτησία είναι αναμενόμενη, ενώ αντίθετα στις μη προηγμένες βιομηχανικά κοινωνίες, τις παραδοσιακές ο ατομικισμός έχει μικρότερη σημασία, οπότε υπάρχει μικρότερη ανάγκη αυτονομίας και λιγότερες συγκρούσεις.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΟΜΗΛΙΚΩΝ
Πολλοί γονείς ασκούν κριτική στα παιδιά τους γιατί θεωρούν σημαντικά το κινητό και τον υπολογιστή. Όμως η επικοινωνία σ’ αυτήν την ηλικία με τους φίλους τους είναι απαραίτητη και πολύ σημαντική. Αυτή η τάση που ξεκινά από την παιδική ηλικία εντείνεται στην εφηβεία όσο σε καμία άλλη περίοδο της ζωής του ανθρώπου. Αυτό συμβαίνει για πολλούς λόγους.
Αρχικά η κοινωνική σύγκριση: Ο ένας έφηβος προσφέρει την ευκαιρία στον άλλον να συγκρίνουν, να αξιολογήσουν γεγονότα, αντιλήψεις, ικανότητες δηλαδή μια διαδικασία που ονομάζεται κοινωνική σύγκριση. Οι έντονες αλλαγές που σημαδεύουν αυτήν την περίοδο και γίνονται αντιληπτές από τον έφηβο τον ωθούν προς τους άλλους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν αντίστοιχες αλλαγές ή προβλήματα. Σ’ αυτή τη διαδικασία οι γονείς δε συμμετέχουν αφενός διότι ανήκουν σε άλλη γενιά, απέχουν από τη φάση αυτή και αφετέρου διότι η εξουσία των γονιών είναι υπό αμφισβήτηση.
ΟΜΑΔΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
Ο έφηβος πειραματίζεται σε ρόλους και συμπεριφορές προκειμένου να βρει την τελική του ταυτότητα. Οι πληροφορίες γι’ αυτούς τους ρόλους όταν προσφέρονται από τα άτομα της ίδιας ηλικίας είναι περισσότερο αποδεκτές και οι συνομήλικοι λειτουργούν ως ομάδες αναφοράς. Συνεπώς ομάδα αναφοράς είναι η ομάδα με την οποία ο έφηβος συγκρίνει τον εαυτό του. Αυτές οι ομάδες παρέχουν τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία ο έφηβος αξιολογεί τις δικές του δεξιότητες και επιτυχίες χωρίς απαραίτητα να ανήκει σε κάποια ομάδα.
Οι ομάδες χωρίζονται σε κλίκες και πλήθη. Η πρώτη περίπτωση λαμβάνει 2-12 άτομα που βρίσκονται σε διαρκή επαφή μεταξύ τους. Τα πλήθη είναι μεγαλύτερες ομάδες που αποτελούνται από άτομα με κοινά χαρακτηριστικά χωρίς απαραίτητα να αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους.
Η συμμετοχή του εφήβου στη μία ή στην άλλη ομάδα εξαρτάται από το βαθμό ομοιότητάς του με τα μέλη της ομάδας δηλαδή οι έφηβοι επιλέγουν φίλους οι οποίοι επιδίδονται σε παρόμοιες δραστηριότητες ή δείχνουν αντίστοιχο ενδιαφέρον σε κάποια ερεθίσματα π.χ. πολιτιστικά και ενίοτε έχουν παρόμοιες σχολικές επιδόσεις. Γενικότερα ο έφηβος επιλέγει άτομα με τα οποία ταυτίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό και σταδιακά όταν αναπτύσσει γνωστικές δεξιότητες μπορεί να διακρίνει καλύτερα τις λεπτές διαφορές ανάμεσα στις ομάδες και επιλέγει πιο συνειδητά.
Επίσης αξίζει ν’ αναφερθεί ότι στην αρχή της εφηβείας υπάρχει το φαινόμενο της διαφυλικής απομόνωσης δηλαδή τα αγόρια κάνουν παρέα με αγόρια και τα κορίτσια αντίστοιχα με κορίτσια. Σταδιακά όμως με την ορμονική έκρηξη αρχίζουν να συναλλάσσονται οι μεν τους δε. Αυτές οι εξελίξεις ωθούν τον έφηβο σε διαφορετική προσέγγιση του άλλου φύλου απ’ ότι αρχικά. Υπάρχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον ενός αγοριού προς ένα κορίτσι όχι μόνο ως προς την προσωπικότητα αλλά και ως προς τη σεξουαλικότητα, η οποία διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην εφηβεία.
ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΑΛΛΟ ΦΥΛΟ
ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΦΗΒΕΙΑΣ
ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΦΗΒΕΙΑΣ
Οι έφηβοι αρχίζουν να εξερευνούν μία διαπροσωπική σχέση χωρίς απαραίτητα να έχει συγκεκριμένη κατάληξη όπως στο παρελθόν. Υπάρχει και μια ομάδα εφήβων που θεωρούν ότι η δημιουργία ενός ερωτικού δεσμού είναι περιοριστική και ξεπερασμένη. Παρατηρείται λοιπόν η τάση δημιουργίας περιστασιακών σχέσεων.
Όπως και να ’ναι παρ’ όλες τις σημαντικές κοινωνικές αλλαγές οι οποίες έχουν λάβει χώρα, η δημιουργία ερωτικής σχέσης μ’ ένα άτομο δε παύει να συνιστά την κυρίαρχη μορφή διαπροσωπικής συναλλαγής ανάμεσα στους εφήβους η οποία οδηγεί σε στενή συναισθηματική σχέση.
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΕΡΩΤΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
Ανεξάρτητα από την κατάληξη μιας ερωτικής σχέσης, η σχέση αυτή κάθε αυτή εξυπηρετεί σημαντικές σκοπιμότητες.
Αρχικά το άτομο μαθαίνει να αναπτύσσει συναισθηματικούς δεσμούς μ’ έναν άλλον, κατά δεύτερον προσφέρει ψυχαγωγία και ενδεχομένως και ένα κύρος. Μέσα απ’ αυτήν την σχέση το άτομο αποκτά αίσθηση της ταυτότητάς του. Όμως οι σχέσεις στην πρώιμη εφηβική ηλικία δε διευκολύνουν ιδιαίτερα την απόκτηση μιας συναισθηματικής οικειότητας και συνεπώς τα άτομα δεν έρχονται κοντά, δεν εκφράζονται συναισθηματικά με αυθεντικό τρόπο και παρ’ όλο που υπάρχει σεξουαλική δραστηριότητα, η ψυχολογική οικειότητα είναι απούσα και γενικότερα η σχέση στη συγκεκριμένη περίοδο είναι επιφανειακή. Κατά το τέλος της εφηβείας γίνεται ανατροπή των προαναφερθέντων και οι έφηβοι αντιλαμβάνονται σοβαρότερα τη σχέση με το άλλο φύλο.
Παρατηρούμε συχνά στην περίπτωση των ομοφυλοφίλων τη σύναψη ερωτικών σχέσεων με το άλλο φύλο προκειμένου να μην γίνει δέκτης απόρριψης από τους συνομηλίκους του.
Επίσης έχουμε την περίπτωση των φυλετικών και εθνοτικών διαφορών στη σύναψη δεσμού, όπου τα άτομα συνήθως είναι παιδιά μεταναστών και συχνά οι ίδιοι οι γονείς προσπαθούν να αναστείλουν την εξέλιξη μιας τέτοιας σχέσης προσπαθώντας να διατηρήσουν τις παραδοσιακές αξίες του πολιτισμού τους, ωθώντας τα σε ανάπτυξη σχέσεων με άτομα της ίδιας φυλής ή εθνότητας.
ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Είναι γεγονός ότι οι ορμονικές αλλαγές κατά την περίοδο της εφηβείας, αφενός οδηγούν στην ωρίμανση των σεξουαλικών οργάνων και αφετέρου στη δημιουργία νέων συναισθημάτων, τα οποία όμως συνδέονται με τη σεξουαλικότητα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την μόνιμη ενασχόληση των εφήβων με το σεξ.
Η πρώτη επαφή του εφήβου με το σεξ είναι ο αυνανισμός που έχει μεγαλύτερη συχνότητα στα αγόρια απ’ ότι στα κορίτσια στην πρώιμη εφηβεία αλλά στην πορεία η συχνότητα αυξάνεται. Η συχνότητα βέβαια εξαρτάται από τη φυλετική και την εθνοτική καταγωγή. Η συγκεκριμένη σεξουαλική δραστηριότητα εξακολουθεί να προκαλεί αισθήματα ενοχής για διάφορους λόγους, όπως αδυναμία να αναπτύξουν ερωτική σχέση και να βρουν ερωτικό σύντροφο, το οποίο είναι λανθασμένο. Επίσης λέμε ότι άλλη αιτία είναι οι παρωχημένες παραπλανητικές αντιλήψεις. Σήμερα τα πράγματα είναι διαφοροποιημένα και ο αυνανισμός θεωρείται φυσιολογικός και υγιής, διότι το άτομο ανακαλύπτει τη σεξουαλικότητά του.
Δεύτερη μορφή σεξουαλικότητας είναι η συνουσία και παράλληλα ορισμένες άλλες δραστηριότητες σεξουαλικής φύσεως που προηγούνται, όπως φιλιά, χάιδεμα, μασάζ κ.ά.
Δεν είναι δυνατόν να μελετηθεί η σεξουαλική δραστηριότητα των εφήβων χωρίς να ληφθούν υπόψη οι κοινωνικοί κανόνες. Ο διαχωρισμός του παρελθόντος πλέον δεν ισχύει. Σήμερα υπάρχει διαφορετική κοινωνική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία οι προγαμιαίες ερωτικές σχέσεις είναι επιτρεπτές με την προϋπόθεση ότι γίνονται στο πλαίσιο μιας μακροχρόνιας σχέσης.
Οφείλουμε όμως να παραδεχτούμε ότι οι κανόνες για τη σεξουαλική συμπεριφορά είναι πιο επιεικείς για τους άνδρες συγκριτικά με τις γυναίκες.
Καθώς η σεξουαλικότητα αναπτύσσεται κατά την περίοδο της εφηβείας, ο έφηβος ανακαλύπτει τη σεξουαλική του ταυτότητα και εκτός από την πλέον συνηθισμένη μορφή σχέσεων που είναι η ετεροφυλοφιλία εμφανίζεται και η κατηγορία των ομοφυλοφίλων και αμφιλοφίλων.
Ο σεξουαλικός προσανατολισμός και η ταυτότητα του φύλου δε συνδέονται απαραίτητα μεταξύ τους. Ο πρώτος φέρεται στο αντικείμενο των ερωτικών ενδιαφερόντων του ατόμου ενώ η ταυτότητα αναφέρεται στο φύλο που νιώθει το άτομο ότι ανήκει ψυχολογικά.
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που ωθούν το άτομο στο να υιοθετήσει μία από τις τρεις προαναφερθείσες συμπεριφορές (ομοφυλοφιλία ή ετεροφυλοφιλία ή αμφιφυλοφιλία) χωρίς όμως να είναι απαραίτητα σαφές.
Ένας λόγος –σύμφωνα με έρευνες που έχουν διεξαχθεί– είναι οι γενετικοί και βιολογικοί παράγοντες. Άλλες ενδείξεις προβάλλουν διαφορές στις εγκεφαλικές δομές ομοφυλόφιλων και ετεροφυλόφιλων ατόμων. Επίσης η παραγωγή ορμονών είναι ένας από τους παράγοντες. Κατά δεύτερο λόγο οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, η οικογένει</